Friday, November 26, 2021

                                                        Ο χρόνος μονολογούσε και έλεγε.




..την αγάπησε
όπως η φύση μένει σταθερή
στις μέρες και στις ώρες
μέχρι το τέλος του κόσμου
με μία αστάθεια για σταθερότητα
μέχρι την ολοκλήρωση του
την μεταμόρφωσή του
έτσι την αγάπησε

την ήθελε νέα και όμορφη
την γνώρισε τυχαία
δυνατή και αποφασιστική
αυθόρμητη και απόλυτη
άσκεπη και επιπόλαιη
συναισθηματική και πεισματάρα
ξεροκέφαλη και ζηλιάρα
ερωτική και εγωίστρια
αλτρουίστρια και μάγισσα
τρυφερή και σκληρή
αδιάφορη και πιστή

την έχασε κάποια μέρα
και εκείνη μεταμορφώθηκε
τότε
σε ένα πέτρινο αγγείο γεμάτο με
λουλούδια του αγρού
την ξέχασε ένα χειμώνα
και εκείνος έγινε
ένας γλάρος
που πετούσε πάνω από τις θάλασσες..



Μαρία Σ. Πανούτσου
Ποιήματα του χρόνου

                                                               

Salto Mortale

Monday, November 5, 2018

     ΠΡΏΤΗ ΔΗΜΟΣΊΕΥΣΗ  http://www.logografis.gr/καθώς-πλησιάζει-το-τέλος-του-χρόνου/




When John Lennon died, I was in London


studying and I will always remember that day


cause my feelings were completely childish


and I try to keep them like that


in all my life, ‘childish way’.







                         Μαρία Πανούτσου


…‘Ας μπορούσε η γλώσσα των αγαπημένων να γίνει γλώσσα του κόσμου’…




Μοιάζει να γράφω πολύ για μένα -από πού να ξεκινήσει κανείς αν όχι από τον εαυτόν του- αρκετά ίσως, γιατί φαίνεται ότι είμαι πολύ μοναχική και γράφοντας, προσπαθώ να γνωρίσω και να επικοινωνήσω με τους άλλους ανθρώπους και το κυριότερο, να με γνωρίσω.


Βοηθά έμενα η διαδικασία του γραψίματος, να καταλάβω πως σκέπτομαι και γιατί κάνω ό,τι κάνω και συμπεριφέρομαι όπως συμπεριφέρομαι.


Αν και υποτίθεται γνωρίζουμε τον εαυτόν μας, η προσωπική μου εμπειρία είναι ότι η γνωριμία αυτή, είναι πορεία ατελής μέχρι το τέλος της ύπαρξής μας.


Γνωρίζω την ανθρώπινη φύση, λοιπόν, μέσα από μένα και τα γραπτά μου. Έτσι βαδίζω. Επίσης παίρνω θάρρος να ξεσκεπάσω τις ενδόμυχες προθέσεις μου.


Ελαφραίνει η ψυχή από αυτήν την διαδικασία. Ακριβώς επειδή ήμουν ντροπαλή, είχα και απότομες αλλαγές, βίαιες συμπεριφορές και -όχι σπάνια- γινόμουν σκληρή και με τον εαυτόν μου και με τους άλλους.


Όσο γράφω και με τη βοήθεια τής τέχνης του θεάτρου, αυτά τα χαρακτηριστικά λειαίνονται, η αλήθεια έρχεται μπροστά να με προστατεύσει. Είναι η αλήθεια ανεξάρτητη από εμάς τους ίδιους και συχνά και εμείς δεν τη γνωρίζουμε.


Αμύνομαι λιγότερο και σκληρή γίνομαι μόνο με τον εαυτόν μου πια, όταν χρειαστεί. Μιλάω περισσότερο για μια αυτοπειθαρχία, παρά για σκληρότητα.


Η ζωή μου περνάει με την προσπάθεια να γίνω καλύτερη, να τιθασεύσω το υλικό που μου έδωσε η φύση, να καταλάβω, να αποδεχτώ την ύπαρξη του διαφορετικού και τη διαφορετικότητα του άνδρα -ένα πλάσμα τόσο ξένο προς τη γυναίκα- και να αποφασίσω πως έτσι πρέπει να μείνει για να δικαιώσει την φύση του. Να γίνω πιο ανεκτική με τους ανθρώπους και να μεταμορφώσω τον εαυτόν μου επίσης στην εικόνα που θα ήθελα για μένα.


Κάθε άνθρωπος διαλέγει τον τρόπο με τον όποιον θα πονέσει, θα ταλαιπωρηθεί και θα έρθει αντιμέτωπος με τις χειρότερες δυσκολίες. Σε αυτό προστίθεται και ιστορία και η τύχη.


Θραύσματα – αποσπάσματα από τη ζωή μου που αφηγούμαι, είδα να πλησιάζουν την αλήθεια μου, συχνά πολύ κοντά, τόσο κοντά που παγώνω.


Σε μια αντίδραση που μου έκανε πολύ εντύπωση και με ξάφνιασε θα αναφερθώ τώρα ήταν και η αίτια να την εκτιμήσω και να την αφήσω να παρουσιάζεται όποτε έκρινα απαραίτητο.


Ήταν η χρόνια που πέθανε John Lennon. Τότε, σπούδαζα στο Λονδίνο και ήμουν εκεί, έμαθα τον θάνατό του. Δεν ξέρω γιατί, ίσως να εκφράστηκα μέσα από αυτόν το θάνατο ολοκληρωτικά.


Να μίλησε η αγάπη μου για τη μουσική, τους μουσικούς, την ελευθερία, τον έρωτα, το ανδρικό στοιχείο, η αγάπη μου για τον κόσμο, για τη χώρα που σπούδαζα, για την πατρίδα μου, για την φιλία, για την φύση, για την τέχνη, για όλα, για όλα της ζωής τα όμορφα. Και σαν παιδί, έκλαψα, πήρα άδεια από τη Σχολή -δε ήμουν σε θέση να συγκεντρωθώ, να πειθαρχηθώ-, να μείνω μόνη νόμιζα ότι ήθελα, να περπατήσω μόνη στους δρόμους, κάτι που με συνεφέρει, που όμως αυτήν την φορά δεν λειτούργησε.


Ήθελα να ξεστομίζω ψέματα , να τρώω γλυκά με μαζοχιστική διάθεση, να μην κοιμηθώ, από φόβο μήπως και πεθάνω και εγώ για μια άγνωστη αιτία, την ίδια μέρα.


Αναζήτησα τη μάνα μου, ήθελα τη μάνα μου κοντά μου, άλλα ήμουν στο Λονδίνο και εκείνη στην Αθήνα και από τις ελάχιστες φορές που ζήτησα βοήθεια από φίλους, να περάσω μερικές μέρες μαζί τους.


Όλα αυτά μου άφησαν μια αίσθηση καθαρότητας, μια και δεν ένοιωσα ντροπή για τη υπερβολική αντίδραση, σε έναν θάνατο που δεν ήταν από το οικογενειακό ή φιλικό περιβάλλον.


Όμως όλη η αντίδραση με τις λεπτομέρειες της με κέρδισαν και το καταστάλαγμα που είχα, ήταν η εικόνα ενός μικρού κοριτσιού -η δική μου- που του αφάνισαν το αγαπημένο του παιχνίδι.


Η αντίδραση αυτή δεν επαναλήφθηκε ακριβώς έτσι άλλα με μια εσωτερική και επιλεγμένη απόφαση, κρατήθηκε στη μνήμη το τελικό αποτέλεσμα. Μια εικόνα. Το κοριτσάκι που του έχουν καταστρέψει το παιχνίδι του και νοιώθει ότι ο κόσμος έχει αναποδογυρίσει και αυτό είναι μέσα σε αυτόν το στρόβιλο.


Αυτή την αίσθηση, την πραγμάτωση, την άφησα -επέτρεψα- να μείνει παρέα μου σε πολλές περιστάσεις, για γεγονότα που θα ήθελα να εξελιχθούν διαφορετικά.





Μαρία Πανούτσου


Όμως, ό,τι χάνουμε το κερδίζουμε σε ψυχική δύναμη, σε κτίσιμο του εαυτού μας και το κοριτσάκι, αυτό τόσο αδύναμο, τόσο ευάλωτο που κοιτά με τα μάτια του, όλο θαυμασμό και απορία για το μυστήριο του κόσμου τούτου, με κρατά σε ισορροπία – μια ισορροπία τόσο μα τόσο λεπτεπίλεπτη και γοητευτική όπως είναι η ίδια η ζωή.


Κρατώ τα ημερολόγια με συνέπεια, μια διεργασία, βουτιά στον χρόνο, στις λέξεις στην μνήμη, στον τόπο, στις σχέσεις. Άλλα τα δημοσιεύω, άλλα περιμένουν την κατάλληλη στιγμή, για να μιλήσουν και αυτά. Όσο διστακτική και να είμαι, με γαργαλάει ο χρόνος να σας μιλήσω, να σας τα πω όλα. Εξ άλλου δεν μιλώ για μένα μόνο, μιλώ και καταθέτω σκέψεις και αισθήσεις συλλογισμούς άλλων ανθρώπων, που θα ήθελαν να φανερώσω μια διαφορική προσέγγιση, σε ό,τι κοινό μοιραστήκαμε.


Η σχέση με τους ανθρώπους είναι η πιο δύσκολη στιγμή που βιώνει ο άνθρωπος, όπως και αυτή της επιβίωσης από έναν πόλεμο, γιατί η επιβίωση χωρίς πόλεμο είναι ανεκτή και οφείλουμε να την βαστάξουμε όπως και κάθε δυσκολία που μας χτυπά την πόρτα.










[Copyright ©  Μαρία  Σκουλαρίκου-Πανούτσου]

Saturday, December 17, 2016


Αυτός που δεν ξέχασε
Μια  μικρή αληθινή ιστορία



 Βλέπεις τούτους τος τάφους; 
Καμι μέρα
 
δ μέσα κα σ θ ν κοιμσαι,
 
ως που π ψηλ θέλει βουΐσ
 
σάλπιγγα στερν ν σ ξυπνήσ
                                                                                                                                                                                                                        Διονύσιος Σολωμός


Ήταν κάποτε ένας άνδρας
Που τραγουδούσε
Σε πλατείες
Σε  σπίτια
Στους δρόμους
Έπινε κρασί
Είχε μια κοπέλα
Και ένα σκύλο
Που αγαπούσε και τα δυο 
πλάσματα με το ίδιο με πάθος.


Κάποτε αρρώστησε βαριά
Και  πριν είναι πολύ αργά
Έστειλε την ψύχη του μακριά
Την έστειλε να τρέξει 
Πηδώντας πάνω από βράχια
Σε αγρούς με σπαρμένο σιτάρι
Σε  βουνά με  δέντρα πυκνά 
Σαν τα μαλλιά της αγαπημένης του.

 
Να κολυμπήσει σε θάλασσες  
πράσινες και μαύρες 
σαν τα  σκέλια της αγαπημένης του
Να ταξιδεύσει σε πόλεις όπου 
ο κόσμος  να περπατά 
δίπλα δίπλα με  εκατομμύρια άλλους
Αγγίζοντας τους.


Να  ταξιδεύσει με μια βάρκα, 
μόνη ψυχή,  
σε ποτάμια με χέλια γκρίζα και μπλε.

Να περιδιαβεί  σε δωμάτια λυπημένων ψυχών.
Να κάτσει σε τραπέζια χωριάτικα/ με  κρασί ψωμί και χυλοπίτες.
Να  ξεθάψει  φίλους από τα παλαιά   και να τους ξυπνήσει με  ανυμνήσεις  γλυκές και πικρές.  
Να δει την ανατολή   και την δύση  να ξεπροβάλουν από  τον Ωκεανό, 
Και τέλος να μαζέψει όσες μαργαρίτες μπορούσε.
Και  να γυρίσει στον άρρωστο άνδρα λίγο πριν το σώμα του μείνει  χωρίς  υγρά ζωής,
Και ενώ η ψυχή του ταξίδευε  με αποστολή εκέινος..


Ο άρρωστος  άνδρας  
 Άρπαξα ένα  εργαλείο 
Δεν φαινόταν τι ήταν 
Κρυμμένο καλά  μέσα στην παλάμη του 
Έμπηξε  το εργαλείο σ ένα δένδρο 
Μετά  στην καρδιά ενός  πουλιού 
Μετά  τη κοιλιά μιας χελώνας  
Μετά στο μάτι ενός ψαριού 
ΚΑΙ ΜΕ  ΕΝΑ 
Ένα βλέμμα αχόρταγο  
Έμεινε να  συντροφεύει 
ΤΟΝ ΕΥΑΤΟΝ ΤΟΥ ΜΕΧΡΙ  
την επιστροφή της ψυχής 
από το γλυκό  ταξίδι.

Περίμενε τις  μαργαρίτες να τις ρωτήσει 
Αν η αγαπημένη του θα  τον αγαπά 
Και όταν θα έχει  γίνει ένα με τον άνεμο
Και αν ο σκύλος του
Θα τον θυμάται Και μετά.
 

©Μαρία  Σ.  Πανούτσου

                                                        Ο χρόνος μονολογούσε και έλεγε. ..την αγάπησε όπως η φύση μένει σταθερή στις μέρες ...